Η Μητρόπολη (υψόμ. 155μ) απέχει από την Καρδίτσα 9 χλμ. . Αποτελεί τοπική κοινότητα και έδρα της Δημοτικής Ενότητας Μητρόπολης. Ο σημερινός οικισμός βρίσκεται στη θέση της αρχαίας πόλης των Μητροπολιτών, την οποία συναντούμε πριν από 2.500 χρόνια περίπου. Την πόλη περιέβαλαν ισχυρότατα τείχη, τα οποία ανακαίνισε τον 6ο αιώνα π.Χ ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου Ιουστινιανός, όπως μας πληροφορεί ο ιστορικός Προκόπιος. Πολλά από τα αρχαιολογικά ευρήματα της Μητρόπολης κοσμούν τις προθήκες του Αρχαιολογικού Μουσείου Καρδίτσας. Στη μεγάλη πλατεία του οικισμού ο επισκέπτης θα θαυμάσει τον αρχαίο κεραμικό κλίβανο που είναι τοποθετημένος σε ειδικά διαμορφωμένο στέγαστρο, καθώς και τον παλαιό διατηρητέο Ι. Ν. του Αγίου Γεωργίου με το θαυμάσιο τέμπλο. Το σύγχρονο υπαίθριο θέατρο της Μητρόπολης φιλοξενεί πολλές και ποικίλες εκδηλώσεις κάθε χρόνο. Σε απόσταση 2 χλμ. από τη Μητρόπολη, στη θέση «Λιανοκόκκαλα», δεξιά του δρόμου Μητρόπολης – Μοσχάτου, ανακαλύφθηκε ο περίφημος αρχαϊκός ναός του Απόλλωνα, ο οποίος κατασκευάστηκε τον 6ο π.Χ αιώνα και καταστράφηκε από πυρκαγιά στα μέσα του 2ου π.Χ αιώνα. Το σημαντικότερο εύρημα της ανασκαφής είναι το χάλκινο λατρευτικό άγαλμα του θεού Απόλλωνα.
Ιερός Ναός Αγίου Γεωργίου Μητρόπολης
Πρόκειται για μία τρίκλιτη θολωτή βασιλική του 1832, με αξιόλογο τέμπλο της ίδιας εποχής, κτισμένη σε χώρο αρχαίου ιερού, όπως σχολίασαν όλοι οι περιηγητές της οθω-μανικής περιόδου.
Αρχαιότητες – Μητρόπολη
Η αρχαία Μητρόπολη βρισκόταν στους πρόποδες των Αγράφων στη θέση της σημερινής ομώνυμης κωμόπολης που παλαιότερα έφερε την ονομασία "Παλιόκαστρο", σε απόσταση 9,00 χλμ. δυτικά της Καρδίτσας. Την ταύτιση της αρχαίας πόλης οφείλουμε στην επιγραφή "ΠΟΛΙΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΩΝ" που βρίσκεται σ' ένα λίθο στη γωνία ενός παλιού διώροφου σπιτιού μέσα στη σύγχρονη Μητρόπολη. Η αρχαία Μητρόπολη υπήρξε μία πόλη που δημιουργήθηκε στις αρχές μάλλον του 4ου αι. π.Χ., σύμφωνα με τις αρχαίες φιλολογικές και άλλες πηγές, από το συνοικισμό τριών μικρών και άσημων οικισμών της περιοχής. Στα μετέπειτα χρόνια μερικές μικρές ακόμη γειτονικές πόλεις, όπως το Ονθύριον και οι Πολίχνες, συνοικίσθηκαν με τη Μητρόπολη.
Σε κοντινές προς τη σημερινή Μητρόπολη θέσεις, όπως μεταξύ Πορτίτσας και Αγίου Γεωργίου, στη θέση "Παπαδημέικα" και στη θέση "Παλαιόκαστρο" Μορφοβουνίου, υπάρχουν αρκετά αρχαιολογικά στοιχεία, ήτοι τμήματα αρχαίων οχυρώσεων, αρχιτεκτονικά λείψανα και κεραμική, τα οποία ενδεχομένως να είναι από τις πόλεις που αναφέρονται στο συνοικισμό της Μητρόπολης. Επίσης, κατά το 2ο αι. π.Χ. άλλη μία αρχαία πόλη, η Ιθώμη, την οποία εμείς τοποθετούμε στον αρχαιολογικό χώρο που βρίσκεται στο χωριό Πύργο Ιθώμης, συνοικίσθηκε με τη Μητρόπολη σύμφωνα με επιγραφική μαρτυρία.
Η Μητρόπολη υπήρξε μία από τις τρεις πιο σημαντικές και ισχυρές τειχισμένες αρχαίες πόλεις στα όρια του νομού Καρδίτσας (οι άλλες δύο ήταν το Κιέριον και οι Γόμφοι). Η πρώτη μαρτυρία για την πόλη γίνεται σε επιγραφή από τους Δελφούς που χρονολογείται περί το 360 π.Χ. και αποτελεί termirus ante quem, σύμφωνα με την οποία οι Μητροπολίτες συμμετείχαν στη χρηματοδότηση για την ανακατασκευή του ναού του Απόλλωνα στους Δελφούς με το σημαντικό για την εποχή ποσό των εκατόν είκοσι αρχαίων δραχμών. Τη μεγαλύτερη ανάπτυξη η πόλη φαίνεται πως την είχε κατά την ελληνιστική και ρωμαϊκή εποχή. Κατά τον Στράβωνα (τέλη 1ου αι. π.Χ. – αρχές 1ου αι. μ.Χ.) περιλαμβανόταν στη διοικητική διαίρεση της τετράδας Εστιαιώτιδας, μαζί δε με τις αρχαίες πόλεις Τρίκκη, Πέλιννα και Γόμφους σχημάτιζε τετράπλευρο.
Η πόλη συμμετείχε ενεργά στο Κοινό των Θεσσαλών. Η δύναμη που απέκτησε κατά τα τέλη του 3ου και τις αρχές του 2ου αι. π.Χ. συντέλεσε ώστε αρκετές φορές πολίτες της Μητρόπολης να εκλεγούν στο αξίωμα του Στρατηγού του Κοινού των Θεσσαλών (Αιακίδης του Καλλίου το 194 και 191 π.Χ., Πρωτέας του Μονίμου το 170 π.Χ., Λέων του Παυσανίου το 135 π.Χ., Πετραίος του Φιλοξενίδου το 129 και 126 π.Χ.). Το κύρος της πόλης και των πολιτών της φαίνεται και από το γεγονός ότι κάποιοι από αυτούς τιμήθηκαν από άλλες πόλεις με "προξενίαν" και "ισοπολιτείαν" (ο Νικόμαχος τιμήθηκε από τους Λαμιείς, τέλη 3ου αι. π.Χ., ο Σωσίστρατος από την πόλη των Γόννων) ή προσκλήθηκαν ως δικαστές για να δικάσουν κάποια υπόθεση πάλι στους Γόννους (Ευπόλεμος Νικασίου με γραμματέα τον Αντίγονο Δάμωνος, 2ος αι. π.Χ.
Από την αρχαία φιλολογική παράδοση πληροφορούμαστε ότι το 198 π.Χ. οι Μητροπολίτες, παρότι ήταν έξω από την πόλη στις ασχολίες τους στους αγρούς, συγκεντρώθηκαν και απέκρουσαν τους Αιτωλούς, ενώ κατά τη διάρκεια του ρωμαϊκού εμφυλίου πολέμου ανάμεσα στον Πομπήιο και τον Ιούλιο Καίσαρα, το 48 π.Χ., ο τελευταίος κατέλαβε τη Μητρόπολη, αλλά δεν την κατέστρεψε, όπως έκανε με τους Γόμφους. Τον 6ο αι. μ.Χ. πληροφορούμαστε από τον Προκόπιο στο "Περί Κτισμάτων" έργο του, ότι ο Ιουστινιανός επισκεύασε τα τείχη της πόλης και από τον Ιεροκλή στο "Συνέκδημον των Πόλεων και των Επαρχιών" ότι η Μητρόπολη περιλαμβανόταν στον κατάλογο των πόλεων της επαρχίας της Θεσσαλίας.
Από τον Στράβωνα (τέλη 1ου αι. π.Χ. – αρχές 1ου αι. μ.Χ.) πληροφορούμαστε ότι οι Μητροπολίτες λάτρευαν ως μία από τις κυριότερες δημόσιες θεότητές τους την Αφροδίτη. Μάλιστα, η λατρεία της περιελάμβανε το όχι σύνηθες έθιμο της θυσίας χοίρων, ένα έθιμο που παρέλαβαν από τη γειτονική πόλη Ονθύριον, όταν αυτή συνοικίστηκε στη Μητρόπολη. Σύμφωνα με τις περιγραφές, στο κέντρο της πόλης υπήρχε και ιερό της Αφροδίτης. Σε ανάγλυφο από τη Μητρόπολη που περιγράφει ο W. Leake, Άγγλος περιηγητής των αρχών του 19ου αι., η θεά Αφροδίτη παριστάνεται καθισμένη σε θρόνο να κρατά σκήπτρο, ενώ απέναντι της στα ριζά υψώματος στέκονται άνδρες, ένας από τους οποίους κρατά χοίρο για θυσία.
Από ανασκαφικά ευρήματα, από επιγραφές και παραστάσεις νομισμάτων είναι γνωστή η λατρεία του Δία, του Διόνυσου και του Απόλλωνα. Από τις ανασκαφικές έρευνες σε οικόπεδα στη σύγχρονη Μητρόπολη για την ανέγερση οικοδομών, ανάμεσα στα άλλα κινητά αντικείμενα περιλαμβάνονταν αφενός τμήμα αναθηματικής στήλης με την επιγραφή ΔΙΙ ΟΜΟΛΟΙΟΙ, αφετέρου πήλινη κεφαλή Διονύσου. Επίσης, από το ναό που αποκαλύφθηκε στη θέση "Λιανοκόκκαλα" της ευρύτερης περιοχής της Μητρόπολης, προέρχονται χάλκινο λατρευτικό άγαλμα του οπλίτη Απόλλωνα και αναθηματική επιγραφή στο θεό Απόλλωνα.
Η πρώτη νομισματική περίοδος της πόλης ανάγεται στις αρχές του 4ου αι. π.Χ., οπότε χρονολογείται το πιο παλιό αργυρό νόμισμα της πόλης. Τον 3ο αι. π.Χ. συνεχίζονται οι αργυρές και χάλκινες νομισματικές κοπές της Μητρόπολης. Στα αργυρά νομίσματα απεικονίζονται διάφορες παραστάσεις, όπως γενειοφόρος κεφαλή (ποτάμια θεότητα), ο θεός Διόνυσος όρθιος ή η θεά Αφροδίτη καθισμένη σε βράχο, κεφαλή της Αφροδίτης και δεξιά της Νίκη ή ο Απόλλων που παίζει λύρα. Στα νομίσματα του 3ου αι. π.Χ. απεικονίζεται είτε η Αφροδίτη Καστνιήτις όρθια με Έρωτα ή κεφαλή της Αφροδίτης με περιστέρι που πετά ή κεφαλή του Απόλλωνα ή το εμπρόσθιο τμήμα ταύρου αποδοσμένο με ανθρώπινο κεφάλι. Τα νομίσματα της πόλης στην πίσω όψη τους μαζί με τις παραστάσεις φέρουν και επιγραφές, όπως ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΩΝ, ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΙΤΩΝ ή ΜΗΤΡΟ.
Πέρα από τα παλαιά ευρήματα των αρχών του 20ου αι., τα οποία μεταφέρθηκαν στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών (γνωστός είναι ο λεγόμενος θησαυρός του "Παλαιοκάστρου", δηλαδή της Μητρόπολης), κατά τη διάρκεια των σωστικών ανασκαφικών εργασιών τις τελευταίες δεκαετίες – τόσο σε οικόπεδα ιδιωτών για την ανέγερση οικοδομών όσο και στο πλαίσιο δημόσιων έργων, όπως π.χ. η κατασκευή οδών και η ανανέωση του δικτύου ύδρευσης – έχουν αποκαλυφθεί πολλά αρχαιολογικά στοιχεία από την αρχαία Μητρόπολη.
Τμήματα της αμυντικής οχύρωσης της Μητρόπολης των κλασικών χρόνων έχουν ανασκαφεί σε οικόπεδα στα δυτικά και σε αγρούς στα ανατολικά της σύγχρονης κωμόπολης. Δυστυχώς, μεγάλα τμήματα του τείχους καταστράφηκαν τόσο στις αρχές του περασμένου αιώνα εξαιτίας της οικοδομικής δραστηριότητας όσο και στη δεκαετία του 1970 κατά την εκτέλεση του έργου του αναδασμού της γης.
Σε ορισμένες θέσεις, ωστόσο, αποκαλύφθηκαν τμήματα της ευθυντηρίας και της ανωδομής των πύργων και των μεσοπύργιων διαστημάτων, τα οποία ήταν κατασκευασμένα με τετραγωνισμένους μεγάλους ογκόλιθους από ψαμμίτη λίθο, ενώ στο εσωτερικό υπήρχε γέμισμα.
Το τείχος ήταν καλοκτισμένο, με μέσο πάχος 3,50 μ.. Παλιότερα μπορούσε κάποιος να παρακολουθήσει την πορεία του στην περιοχή, που ήταν κυκλική, ένα μεγάλο δεκαεξάπλευρο που η κάθε πλευρά του είχε μήκος περίπου 160,00 μ.. Στα ΝΑ έφθανε ως το ρέμα του Λαπαρδά, ενώ στα ΒΔ ακουμπούσε στα ριζά των παρακείμενων λόφων.
Σε οικόπεδο (Στεριάδη Πέτσα) μέσα στην κωμόπολη καθαρίστηκε τμήμα μεγάλης κατασκευής ύστερων ρωμαϊκών χρόνων που πιστεύεται ότι αποτελεί τμήμα της οχύρωσης αυτής της περιόδου. Παράλληλα με τα πολλά αρχιτεκτονικά λείψανα ιδιωτικών και δημόσιων αρχαίων οικοδομημάτων και τα τμήματα οδών που φανερώνουν έναν οργανωμένο πολεοδομικό ιστό, έχουν αποκαλυφθεί πήλινοι αγωγοί που αποτελούν μέρος του δικτύου ύδρευσης της αρχαίας πόλης και αρκετά ψηφιδωτά δάπεδα, όπως αυτό της αρπαγής της Ευρώπης ή άλλα με γεωμετρικά θέματα. Τα εργαστήρια κεραμικής με τους κλιβάνους τους, που βρέθηκαν σε διάφορα σημεία της περιοχής της Μητρόπολης, βεβαιώνουν τις βιοτεχνικές δραστηριότητες των Μητροπολιτών.
Εκτός από το μεγάλο μυκηναϊκό θολωτό τάφο του Γεωργικού, στην ευρύτερη περιοχή της αρχαίας Μητρόπολης υπάρχουν αρκετά ταφικά μνημεία, όπως ο τύμβος στη θέση "Καπριανή" στα βόρεια της οδού Καρδίτσας – Μητρόπολης. Στο παρελθόν επίσης έχουν ανασκαφεί ορισμένοι τύμβοι, όπως ένας στην περιοχή του χωριού Φράγκο. Ερευνήθηκαν, επίσης, αρκετοί τάφοι των οργανωμένων νεκροταφείων της αρχαίας πόλης τόσο μέσα και γύρω από τον οικισμό όσο και στην ύπαιθρο χώρα, όπως στα νοτιοδυτικά της αρχαίας πόλης, στη θέση "Μαλάματα" κ.α.. Οι αρχαίοι τάφοι είτε ήταν κιβωτιόσχημοι, κατασκευασμένοι με πλάκες, λίθους ή κεράμους είτε ήταν σαρκοφάγοι, πήλινοι ή από ψαμμίτη λίθο. Κατά το πλείστον επικρατούσε το έθιμο του ενταφιασμού των νεκρών.
Τα αντικείμενα – τα κτερίσματα – που συνήθως τοποθετούσαν μέσα στους τάφους ως προσφορές ήταν αγγεία (πήλινα, μεταλλικά, γυάλινα), κοσμήματα, όπλα, νομίσματα και διάφορα άλλα. Ως σήματα πάνω από τις ταφές τοποθετούσαν τις επιτύμβιες στήλες, αρκετές από τις οποίες έφεραν επιγραφές και έχουν βρεθεί σε διάφορες θέσεις.
Από τις επιγραφές που διασώθηκαν αντλούμε αρκετές πληροφορίες για διάφορα θέματα, όπως τις λατρευτικές συνήθειες ή την οργάνωση των πολιτών της Μητρόπολης. Από μία επιγραφή πληροφορούμαστε ότι οι Μητροπολίτες χωρίζονταν σε φυλές, ανάμεσα στις οποίες αναφέρεται και η φυλή των Ονθυριέων από την πόλη Ονθύριον που συμμετείχε στο συνοικισμό της Μητρόπολης.
Αρκετά αντικείμενα, όπως επιγραφές, αγγεία, κοσμήματα, νομίσματα κ.ά. έχουν παραδοθεί στην Αρχαιολογική Υπηρεσία από ιδιώτες. Τα περισσότερα από αυτά φυλάσσονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Βόλου, τα τελευταία όμως χρόνια μεταφέρονται στο νέο Αρχαιολογικό Μουσείο της Καρδίτσας.
Πολιτιστικές εκδηλώσεις
• Θρησκευτική-πολιτιστική εκδήλωση στις 28 Μαΐου στη Μητρόπολη, με αφορμή τον εορτασμό του Αγ. Νικολάου. Προσφέρεται δωρεάν παραδοσιακό φαγητό και γίνεται γλέντι με παραδοσιακή ορχήστρα.
• Επίδειξη παραγωγής τσίπουρου το φθινόπωρο στη Μητρόπολη. Προσφέρεται δωρεάν τσίπουρο και ψητή σαρδέλα στους παρευρισκόμενους.
Πηγές:
1. ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΚΑΡΔΙΤΣΑΣ, Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Καρδίτσας, Καρδίτσα 2007
2. Όψεις της Ιστορίας και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης του Νομού Καρδίτσας, Τοπική Ένωση Δήμων και Κοινοτήτων Νομού Καρδίτσας
3. Τουριστικός Οδηγός νομού Καρδίτσας, Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Καρδίτσας, Καρδίτσα 2010