Δημοτική Ενότητα Ιτάμου
Η Δημοτική Ενότητα Ιτάμου (έκταση 234.384 στρέμματα) βρίσκεται στο νότιο τμήμα του Νομού Καρδίτσας και έχει έδρα το χωριό Καλλίθηρο. Το Καλλίθηρο, ως πρώην αυτόνομη κοινότητα, ήταν η γνωστή παλιά Σέκλιζα (υπαγόταν το 1912 στον Νομό Τρικάλων), πριν από τη μετονομασία της το 1957. Πρόκειται για ιστορικό τόπο από τα χρόνια της Οθωμανοκρατίας έως τους κλυδωνισμούς της δεκαετίας του 1940, από την εποχή δηλαδή που η ορεινή Ελλάδα κατείχε σημαντικό μέρος της συλλογικής ειμαρμένης. Είναι μια αμιγώς ορεινή ενότητα, βρίσκεται στη νότια πλευρά της Πίνδου και συνορεύει με τον Νομό Ευρυτανίας. Προήλθε από τη συνένωση των παρακάτω οκτώ κοινοτήτων με τους αντίστοιχους οικισμούς: Αμάραντος (και ο οικισμός Κούτσουρο), Αμπελικό, Καλλίθηρο, Καροπλέσι (και οι οικισμοί Αγία Αγάθη, Ανθηρό, Γιαννουσέικα, Κουκέικα), Καστανιά (και ο οικισμός Μούχα), Καταφύγι, Νεράιδα (και οι οικισμοί Μεγαλάκος, Σαραντάπορο) και Ραχούλα (με τους οικισμούς Παλιοζωγλόπι, Ίταμο, Ζωγρί). Η Δημοτική Ενότητα Ιτάμου είναι η μεγαλύτερη ορεινή, κτηνοτροφική και δασική ενότητα σε επίπεδο νομού. Καλύπτει τη νοτιοανατολική πλευρά της Λίμνης Πλαστήρα (φράγμα) και διαθέτει στο σύνολό του σημαντικούς ποταμούς, όπως οι Μέγδοβας, Άσπρος, Σαρανταπορίτης και Καλέντζης με τους παραποτάμους στο Καταφύγιο, στη Ραχούλα και στον Αμάραντο. Στη Δημοτική Ενότητα Ιτάμου υπάρχουν αρχαιολογικοί και θρησκευτικοί χώροι με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, ενώ το όνομά του συνδέεται με θρύλους και ιστορικά γεγονότα από την αρχαιότητα, με έμφαση στην περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας, αλλά και -πιο πρόσφατα- της Εθνικής Αντίστασης και του Εμφυλίου (1941-1949).
Η κυρίως καλλιεργήσιμη έκταση του χωριού περιορίζεται στον Ξηρόκαμπο και στην Ξηροκαμάρα, περιοχές που υδρεύονται με γεωτρήσεις και στις οποίες καλλιεργούνται τελευταία βαμβάκι και καλαμπόκι. Η Καρούτα, η Καραβίδα και τα Παλιοκάλυβα είναι οι αμπελότοποι του χωριού, από τους οποίους παράγεται εξαιρετικής ποιότητας κρασί. Στον Κρεμαστόμυλο, στη Λούτσα αλλά και στο Παλιοζωγλόπι καλλιεργούνται κήποι, οι οποίοι εφοδιάζουν την αγορά της Καρδίτσας με κάθε είδους λαχανικά και πατάτες. Στο Παλιοζωγλόπι υπάρχουν ιδιόκτητες καρυδιές που παράγουν εξαιρετικής ποιότητας καρύδια, ενώ στην υψομετρική ζώνη 700-900 μέτρων υπάρχουν 3.000 περίπου στρέμματα ιδιόκτητων καστανεώνων. Οι βόρειες πλαγιές του Ιτάμου, σε υψόμετρο 800-1.540 μέτρων, είναι κατάφυτες από πυκνό ελατοδάσος, το οποίο ανήκει στο Δημοτικό Διαμέρισμα Ραχούλας, που ενεργεί περιοδικές υλοτομίες. Το εισόδημα των κατοίκων συμπληρώνεται με περιορισμένης έκτασης μελισσοκομία και κτηνοτροφία, και βεβαίως με τον τουρισμό.
Ιστορικά, ο Ιταμός, με την ορεινή του μορφολογία και τα πυκνά δάση, ήταν ιδανικό καταφύγιο κλεφτών, με δεδομένα τα απαραίτητα περάσματα προς τους ορεινούς όγκους των Αγράφων, τα οποία γνώριζαν και χρησιμοποιούσαν οι καταδιωκόμενοι κλέφτες. Πηγές αναφέρουν πως η τροφοδοσία των κλεφτών γινόταν από τα γύρω χωριά -και τις γύρω στάνες των κτηνοτρόφων- στην Καστανιά, στη Μούχα, στα Γιαννουσέικα, στο Καροπλέσι, στη Σπινάσα, στο Μαστρογιάννη, στον Σαραντάπορο και, κυρίως, στο Ζωγλόπι, όπου και διαχείμαζαν συχνά τα άτακτα σώματα.
Ο ίδιος ο Καραϊσκάκης φέρεται να πέρασε από τον Ίταμο, εντάσσοντας δυναμικά την περιοχή στα όρια δράσης του καπετανάτου του. Έτσι, όπως αναφέρει ο Βλαχογιάννης, το σώμα του Καραϊσκάκη στο Ζωγλόπι αυξήθηκε σε ενενήντα κλέφτες. Δεδομένου ότι έφυγε από τη Γράλιστα με όχι περισσότερα από είκοσι παλικάρια, είναι φανερό ότι στην περιοχή του Ιτάμου στρατολόγησε εβδομήντα περίπου άνδρες, οι περισσότεροι από τους οποίους κατάγονταν από τα γύρω χωριά, αλλά και από το Ζωγλόπι. Παράλληλα, η προφορική παράδοση στο Ζωγλόπι διέσωσε ορισμένες πληροφορίες που ενισχύουν την άποψη του Αλεξανδρή ότι ο Καραϊσκάκης άρχισε τη σταδιοδρομία του ως καπετάνιος στο Ζωγλόπι.
Ο Ζωγλοπίτης Χρήστος Γρυμπογιάννης (1882-1982) διηγήθηκε την παρακάτω ιστορία, την οποία δημοσίευσε ο Λάμπρος Γριβέλλας:
«Ήμουν μικρό παιδάκι, γύρω στα 10χρονών, όταν η μανιά μου διηγούνταν πώς γνώρισε τον Καραϊσκάκη. Ήταν, λέει, στρατοπεδευμένος με τα παλικάρια του στα "Δένδρα". Είχαν στήσει τα τσαντήρια κάτω από τις μεγάλες καστανιές, μερικές από τις οποίες σώζονται ακόμα. Εμείς, μικρά παιδιά, ακούγαμε τους μεγάλους να μιλούν ψιθυριστά για τους κλέφτες και κρυβόμασταν στα σπίτια. Σιγά-σιγά ξεθαρρέψαμε, πλησιάζαμε στα τσαντήρια και παρακολουθούσαμε με μεγάλη περιέργεια, κρυμμένα πίσω από τα δένδρα. -Πώς ήταν, μανιά, ο Καραϊσκάκης; -Να, πιδάκι μ', ένας μαύρος, κιτρινιάρης, με ξέπλεκα μαλλιά και παχύ, στριφτό μουστάκι. Τα μάγουλα βαθουλωμένα, μα τα μάτια τ'αναμμένα κάρνα [κάρβουνα].»
Μετά την ήττα του ελληνικού στρατού και την υποχώρησή του νοτιότερα του Δομοκού, οι αρχές της Καρδίτσας κατέφυγαν στον Μεσενικόλα και ο τουρκικός στρατός κατέλαβε προσωρινά μερικά χωριά, μεταξύ των οποίων και τα χωριά του Ιτάμου και του Ζωγλοπίου, από τα οποία αργότερα αποχώρησε. Ο στρατός κατοχής παρέμεινε στη Θεσσαλία επί έναν χρόνο. Ενώ η συνθήκη αποχώρησης υπογράφηκε στις 22 Νοεμβρίου 1897, ο στρατός αποχώρησε τον Μάιο του 1898. Οι Τούρκοι είχαν ήδη αποχωρήσει από το Ζωγλόπι περί το τέλος του καλοκαιριού του 1897 και το χωριό ήταν ελεύθερο. Τα ελληνικά αποσπάσματα πηγαινοέρχονταν μεταξύ Απιδιάς, Ζωγλοπίου και Μεσενικόλα, περιοχές που θεωρούνταν ελεύθερη ζώνη. Κατά τη χάραξη όμως της ελεύθερης ζώνης, το Ζωγλόπι ξεχάστηκε και δεν αναφερόταν πού ανήκε. Το γεγονός αυτό εκμεταλλεύτηκε ο καϊμακάμης της Καρδίτσας τον Φεβρουάριο του 1898 και ζήτησε από τους Ζωγλοπίτες την πληρωμή φόρων. Εκείνοι κατέφυγαν στις ελληνικές αρχές του Μεσενικόλα, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Στο μεταξύ, ο καϊμακάμης τούς εκβίαζε, θυμίζοντάς τους τα παθήματα άλλων χωριών της περιοχής Μουζακίου, της Δρανίστας, του Παλαιοχωρίου κ.λπ., τα οποία αρνήθηκαν να πληρώσουν και λεηλατήθηκαν αγρίως από τουρκικά και αλβανικά στίφη. Έως την αποκατάσταση της ελληνικής διοίκησης, οι κάτοικοι της περιοχής, αδυνατώντας να πληρώσουν τους υπέρογκους εκείνους φόρους, διασκορπίστηκαν έντρομοι στους κοντινούς ορεινούς όγκους.
Σημαντικό βήμα ανάπτυξης και ανάδειξης του Δήμου Ιτάμου και ταυτόχρονα νέων μορφών τουρισμού αποτελεί το δασικό χωριό «Δρυάδες» στις νοτιανατολικές πλαγιές της Πίνδου, στο Καροπλέσι, σε έκταση 25 στρεμμάτων και σε υψόμετρο 950 μέτρων. Περιλαμβάνει είκοσι ξύλινα σπιτάκια των δύο δωματίων, με ογδόντα κρεβάτια, εστιατόριο, αίθουσα εκδηλώσεων και αθλητικούς χώρους. Το δασικό χωριό, η κατασκευή του οποίου ολοκληρώθηκε σε δύο χρόνια (1998-2000), αποτελεί ένα πρωτόγνωρο έργο αναψυχής και τουρισμού στην περιοχή, πραγματική προσφορά στην ισορροπία του οικοσυστήματος. Ενταγμένο σε ειδικό πρόγραμμα, χρηματοδοτήθηκε από το Υπουργείο Γεωργίας και παραδόθηκε για χρήση στον Δήμο Ιτάμου το φθινόπωρο του 2001.
Επίσης, με παρεμβάσεις του ο Δήμος Ιτάμου στηρίζει την υλοποίηση και τη λειτουργία του Κέντρου Χλωρίδας και Πανίδας των Αγράφων της Πίνδου στην Καστανιά, του Πρότυπου Πάρκου Πολιτισμού και Περιβάλλοντος στο Καλλίθηρο, του Λαογραφικού Μουσείου Θωμά και Καρόλας Νικολάου στο Αμπελικό και, τέλος, την ανάδειξη του Οικοτουριστικού Πάρκου των ποταμών Άσπρου, Ταυρωπού και Σαρανταπορίτη.
Πάντως, ενδεικτικό του ενδιαφέροντος και της εν δυνάμει επισκεψιμότητας της ευρύτερης περιοχής του Δήμου Ιτάμου είναι σχετικό άρθρο περιηγητικού χαρακτήρα στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, όπου η περιοχή σκιαγραφείται, ως
«ένας τόπος με βουνοκορφές, κοιλάδες και φαράγγια, που διασχίζουν πολλά ρέματα και ποτάμια, όπως ο Μέγδοβας (Ταυρωπός) και ο Σαρανταπορίτης. Στοιχεία που ευνοούν την ανάπτυξη της άγριας χλωρίδας και τη διαβίωση ζώων, πουλιών και ψαριών, όπως η ορεινή πέστροφα του Μέγδοβα […]. Στο Καταφύγι [δεσπόζει] και το μοναστήρι Πέτρας, κατά μήκος μιας ρεματιάς γεμάτης πλατάνια. Σκόρπιες στάνες και χαλιά από αγριολούλουδα μέχρι τα πρώτα σπίτια. Περίπου εβδομήντα οι κάτοικοι, άλλοι τόσοι οι επισκέπτες στα σκιερά καφενεία της ωραίας πλατείας του χωριού. Στα τέσσερα χιλιόμετρα έξω από το χωριό βρίσκεται η Ιερά Μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου, η Μονή Πέτρας, που πήρε το όνομά της από τον βράχο που βρίσκεται βορειοανατολικά. […] Τριακόσιες ψυχές η Ραχούλα μαζί με τους οικισμούς, γεωργοί και κτηνοτρόφοι. Στα παζάρια της Καρδίτσας κατεβαίνουν και πωλούν τα κηπευτικά και το μέλι τους. Μεγάλες ιδιοκτησίες εδώ δεν υπάρχουν, είναι ορεινό το μέρος. Στην πλατεία του χωριού επικρατεί ησυχία. Λίγοι ντόπιοι πίνουν καφέ ή τσίπουρο και οι περισσότεροι ξένοι που περνούν κατευθύνονται στον τάφο και το Μουσείο του Χαρίλαου Φλωράκη. Οι γραφικές διαδρομές από αυτό το σημείο είναι μέχρι το Ραχουλιώτικο ποτάμι, την ιστορική βρύση Ιτάμου, αλλά και μέχρι το χωριό Αμάραντος. Μέσα από το δάσος Ιτάμου, γεμάτο έλατα, δρυς και καστανιές. Στον χώρο της βρύσης οργανώθηκε το 1944 το Β' Πανθεσσαλικό Συνέδριο Εθνικής Αντίστασης. Ο Αμάραντος είναι ένα μικρό και ορεινό χωριό, με δυο-τρία καφενεία κι έναν παραδοσιακό ξενώνα. Οι εβδομήντα κάτοικοι ασχολούνται με την κτηνοτροφία ελεύθερης βοσκής, αλλά και με τα κάστανα και τα καρύδια. Ο Ορειβατικός Σύλλογος Καρδίτσας έχει χαράξει και μονοπάτια από την κορυφή του χωριού».
Εν κατακλείδι, και με δεδομένη την ιστορική, ανθρωπογεωγραφική και εθνοτοπική συνέχεια και ορεινή -θα λέγαμε- κοινωνική και συμβολική συνάφεια του Δήμου Ιτάμου, η σχεδιαζόμενη υπαγωγή του στον υπερδιευρυμένο πλέον Δήμο Καρδίτσας κατά τη μεταρρύθμιση του προγράμματος «Καλλικράτης» επιτρέπει βάσιμους ενδοιασμούς, όπως και σε άλλους ορεινούς καποδιστριακούς δήμους της περιοχής. Επί της ουσίας, η απώλεια της διοικητικής αυτονομίας του Δήμου Ιτάμου, περισσότερο από μια πιθανή απώλεια της τοπικής ταυτότητας -που μάλλον δεν διακυβεύεται – αποτελεί ίσως μία πτυχή της ενισχυόμενης επικυριαρχίας της αστικής και πεδινής Ελλάδας επί της ορεινής συλλογικής μνήμης αλλά και συνέχειας.
Πηγές:
1. ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΚΑΡΔΙΤΣΑΣ, Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Καρδίτσας, Καρδίτσα 2007
2. Όψεις της Ιστορίας και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης του Νομού Καρδίτσας, Τοπική Ένωση Δήμων και Κοινοτήτων Νομού Καρδίτσας
3. Τουριστικός Οδηγός νομού Καρδίτσας, Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Καρδίτσας, Καρδίτσα 2010